Τρίτη 25 Οκτωβρίου 2016

Αναζητώντας το(ν) Ξένο

Είναι γνωστή κι έχει με πολλούς τρόπους αποδειχτεί η έμφυτη ανθρώπινη τάση του ξεδιαλέγματος και της γενικής τακτοποίησης, ώστε να ικανοποιείται το ένστικτο του φόβου που παραμένει άρρηκτα συνδεδεμένο με αυτό της αυτοσυντήρησης. Αυτήν ακριβώς την τάση συναντώ στους μαθητές μου που αρνούνται κατηγορηματικά να ενσωματώσουν στο σύστημα γνώσεών τους διαφορετικές έννοιες κοινών λέξεων που ήδη κάποιες φορές έχουν συναντήσει. Είναι, εν μέρει ένα πρόβλημα που κατατρύχει γενικά τις λέξεις και τις έννοιες που έχουν κολλήσει με ορισμένο τρόπο στο μυαλό μας, τον οποίο αρνούμαστε κατηγορηματικά να αλλάξουμε, ή έστω να αναθεωρήσουμε. Κάπως, μέσα από αυτή τη στάση, γίνονται εμφανείς αποχρώσεις αντιλήψεών μας της έννοιας του ξένου, καθώς και συνεπαγόμενες συμπεριφορές μας απέναντι σε καθετί που θεωρούμε ξένο.
Είναι κι αυτή μια λέξη με πολλές σημασίες, την οποία ο καθένας αδιαμφισβήτητα περνάει από το πρίσμα των δικών του χρωμάτων. Ορισμένες μονάχα καλλιτεχνικές και περισσότερο ή λιγότερο δημοφιλείς θα προσεγγιστούν εδώ: συγκεκριμένα, ο Ξένος του Αλμπέρ Καμύ, αυτός του Φοίβου Δεληβοριά μαζί με τον “Ξενιτεμένο” του Γιώργου Σεφέρη.

Μερσώ 01 (Ο Ξένος), Alexis Lekat

Ασφαλώς δε μπορεί κάποια να ισχυριστεί πως προσεγγίζει την ψυχική φυσιογνωμία του Μερσώ, του Ξένου και κεντρικού χαρακτήρα στο εμβληματικό για την υπαρξιστική θέση σύντομο μυθιστόρημα του Καμύ, χωρίς τουλάχιστο να πλησιάσει σε μια έστω εν μέρει κατανόηση της κατάστασης του “τυπικού ατόμου” του 20ού αιώνα κι έπειτα (χωρίς να υποθέτουμε, με οποιονδήποτε τρόπο, πως με βάση της πλήρους απαρίθμησης των παρακάτω χαρακτηριστικών ένα τέτοιο άτομο υφίσταται στην πραγματικότητα, σε κάθε λεπτομέρειά του). Η σημασία της εργασίας, όχι μόνο για την εξασφάλιση των απαραίτητων πόρων για να επιβιώσει κάποιος, αλλά και για την ενσάρκωση του οράματος της προσωπικής επιτυχίας-υποκειμενικής επιλογής για κάθε προσωπικότητα είναι εύκολο να παρατηρηθεί και μέσα από το μυθιστόρημα πως ξεκάθαρα ασκεί την αλλοτριωτική της δύναμη στο ψυχολογικό αποτύπωμα του καθενός. Γι' αυτό κι ένα μεγάλο μέρος της καθημερινής πραγματικότητας του Μερσώ, όπως διαπιστώνει ο αναγνώστης στο πρώτο τουλάχιστο μέρος του βιβλίου, πιο εμφανώς, αλλά και όχι μόνο, είναι η επίδοση στις απολαύσεις: της θάλασσας, του έρωτα, της συντροφιάς, χωρίς τη δόμηση σταθερών δεσμών ή ρουτίνας, με απώτερο στόχο την αντιστάθμιση των εξαναγκασμών, στους οποίους ο ήρωας καθημερινά, ασυναίσθητα και μη λόγω της καπιταλιστικά υπερεπιβαλλόμενης κυρίαρχης ιδεολογίας υποβάλλεται. Οι ομοιότητες αυτής της άποψης της ζωής του ήρωα με τη σημερινή μας κατάσταση είναι αυτονοητες και δε χρίζεται απαραίτητο να επισημανθούν περαιτέρω.


Η συνέπεια και συνέχεια, ωστόσο, αυτής της στάσης ζωής είναι αδύνατο να αρνηθούμε το βαθμό στον οποίο μετουσιώνεται στην όλο και περισσότερη αποστασιοποίηση του καιρού μας· τη σταδιακά λιγότερη εμπλοκή και ενεργή ενασχόληση· την όλο και φτωχότερη σκιαγράφηση διαβαθμίσεων των συναισθημάτων. Όλα αυτά δηλαδή ακριβώς που στόχευσαν να στηλιτεύσουν ο Γιώργος Σεφέρης κι ο Φοίβος Δεληβοριάς με δείγμα της ποίησης και της στιχουργικής τους αντίστοιχα, τη συμβολή των οποίων στη διαμόρφωση σύγχρονων πτυχών της έννοιας του ξένου στο ελληνικό συλλογικό ασυνείδητο θα εξετάσω παρακάτω.
Η θέση των δυο ποιητών (θα ονομάσω και το Δεληβοριά έτσι εδώ, επειδή κατά την ταπεινή μου προσωπική άποψη όσα καλλιτεχνικά έχει μέχρι τώρα να επιδείξει δικαιολογούν το χαρακτηρισμό) βασίζεται στη διείσδυση της συναισθηματικής ματιάς πάνω στους ανθρώπους και τα πράγματα, κι εμφανίζεται ξεκάθαρα να αντιτίθεται διαμετρικά στην ατομική θεώρηση του Μερσώ. Από τη μια μεριά, η περσόνα του νομπελίστα ποιητή στο “Γυρισμό του Ξενιτεμένου” εκθέτει τη νοσταλγία του μέσα από την ερευνητική ματιά που ρίχνει στην πατρίδα του, έχοντας διατηρήσει χωροχρονικές αποστάσεις που αποτρέπουν τον επαναπατρισμό όσων προσμένει ως τα πιο γλυκά συναισθήματα (“γυρεύω τα παλιό μου σπίτι / με τ' αψηλά παράθυρα ... γυρεύω την αρχαία κολόνα / που κοίταζε ο θαλασσινός”). Από την άλλη ο σύγχρονός μας τραγουδοποιός καταγγέλει τα συναισθήματα αποξένωσής του από τις συμβάσεις που εγκρίνει η ελληνική κοινωνία, από τις κυρίαρχες τάσεις της οποίας έχει απομακρυνθεί ανεπιστρεπτί (“πες μου αλήθεια αν αυτή η μουσική / ήταν πάντα μπουζούκια κλαψιάρικα”). Με άλλα λόγια, και οι δυο αποστρέφονται την κοινωνικά επεκτεινόμενη έλλειψη συναισθηματικής εμπλοκής και διαχωρίζουν τη θέση τους από αυτή.


Εκεί που, όπως ο Καμύ, αλλά και ο Δεληβοριάς επιβεβαιώνουν, η παρουσία του ξένου αποδεικνύεται περίτρανα είναι στο σημείο δημιουργίας ρηγμάτων ανάμεσα στην ατομική ιδιοσυγκρασία και την κοινωνική επιβολή. Ο Μερσώ του Καμύ είναι καταδικασμένος να ανακαλύψει με επίπονο τρόπο πως η ανάδυση της ανθρώπινης επιλογής εν μέσω των κοινωνικών συμβάσεων ενέχει τη δυνατότητα να οδηγήσει κάποιον στο ικρίωμα, ειδικά αν ορατά παραβεί τα όρια επίδειξης αναισθησίας προς τα θεωρούμενα ως προσφιλέστερα πρόσωπα του άμεσου οικογενειακού περιβάλλοντός του, όπως για παράδειγμα με το να μην κλάψει ή συγκινηθεί καθόλου κατά τη διάρκεια της κηδείας της μητέρας του. Αυτό, παρ' όλο που, πολλά χρόνια μετά “ο Ξένος” του Δεληβοριά μας καλεί συνειδητά να κρατήσουμε αποστάσεις από την εκδοχή της πραγματικότητας που μας ταΐζεται άνωθεν, παρατηρώντας την από τη σκοπιά ξαφνικής ωριμότητας και προβάλλοντας τις ιδιοσυγκρασιακές μας αντιστάσεις απέναντι σ' αυτό που έτσι κι αλλιώς εξελίσσεται ερήμην μας, μέσω της καθημερινά αλόγιστα υπερυψωμένης από τα ΜΜΕ και κάθε λογής φερέφωνο δίχως σκέψη κυρίαρχης ιδεολογίας (“πες μου αλήθεια αν το μέρος αυτό / υπήρξε ή εγώ το φαντάστηκα”).


Όπως και να 'χει η αναλυτική απαρίθμηση κι εξέταση των εννοιών του ξένου που διαπερνούν την καθημερινότητα και την κουλτούρα μας δε σταματά εδώ. Οφείλει σκόπιμα και με ευγνωμοσύνη να επισημανθεί εδώ η συμβολή εκλεκτών δειγμάτων των διαφορετικών μορφών τέχνης στο καθρέφτισμα κι αντίκρυσμα από το παράθυρο πολλαπλά σημαίνοντων εκδοχών του γνωστού μας κόσμου.

By Μαρία Γώγογλου

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου